Σταματάω για να χαιρετήσω την κερασιά. Από τον δρόμο που διασχίζω κάθε πρωί μαζί με τον μπαμπά μπορώ να τη βλέπω από μακριά (λίγο μακριά). Προσπαθώ να την εντοπίσω με τα μάτια μισόκλειστα και επιτέλους να το κόκκινο σημάδι. Μπορεί να είναι θαμπό, αλλά είναι εκεί.
Η Μαφάλντα είναι εννιά χρόνων, φοράει χοντρά γυαλιά και ξέρει απέξω κι ανακατωτά τον Αναρριχώμενο βαρόνο του Ίταλο Καλβίνο. Το σκάει από τους δασκάλους της και σκαρφαλώνει στην κερασιά στην είσοδο του σχολείου της μαζί με τον Ότιμο Τουρκαρέ, τον πιστό γάτο της που την ακολουθεί παντού. Πάνω σ’ αυτή την κερασιά ονειρεύεται να ζήσει κάποτε, όμως σε λίγους μήνες δε θα μπορεί πια να τη βλέπει γιατί τα μάτια της χάνουν το φως τους και σιγά σιγά, μέρα με τη μέρα, τυφλώνεται. Η ιδέα ότι θα μείνει για πάντα στο σκοτάδι την τρομάζει. Γι’ αυτόν τον λόγο κρατάει ένα ημερολόγιο, στο οποίο σημειώνει όλα εκείνα τα πράγματα που δε θα μπορεί πια να κάνει, όπως το να μετράει τα αστέρια και να παίζει ποδόσφαιρο με τον Φιλίππο, τον νταή της τάξης που μιλάει μόνο σ’ εκείνη. Χάρη στη βοήθεια της οικογένειάς της και των φίλων της, η Μαφάλντα καταλαβαίνει πως υπάρχει κι άλλος τρόπος να βλέπει τα πράγματα. Μαθαίνει λοιπόν να μετράει την απόστασή της από την κερασιά έχοντας για συντροφιά της το άρωμα των λουλουδιών και αρχίζει να γράφει μια καινούρια λίστα. Μια λίστα με τα πράγματα που θεωρεί πολύτιμα και που μπορεί ακόμα να κάνει.
Μια ιστορία που μας μαθαίνει να βλέπουμε αυτό που ακόμα δεν υπάρχει και να αγωνιζόμαστε για τα όνειρά μας.
Μπορείτε να βρείτε εδώ αναλυτικά μια υπέροχη βιβλιοκριτική από elniplex